Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2011

«Φωτερό» το Σκοτεινό Κελάρι-Μάρω Πολίτου-Singule ψυχαγωγικό site

Το Σκοτεινό Κελάρι της Μαρίας Ε. Τζίτζη εκδόθηκε τον περσινό Ιούνιο από τις εκδόσεις Τσουκάτου. Κυκλοφορεί με τον υπότιτλο «οινικό-αστυνομικό μυθιστόρημα». Πράγματι αποτελεί ένα μυθιστόρημα μυστηρίου, τηρώντας πολλές αξιώσεις. Ο όρος «οινικό» αναφέρεται στην πλαισίωση του μυθιστορήματος από ένα οινοπαραγωγικό περιβάλλον, αλλά και στην συμβολή του κρασιού ως στοιχείο κλειδί στην εκτύλιξη της υπόθεσης. Παρόλα αυτά ούτε το επίθετο δοκιμάζεται( αν και μια νέα γενιά οινολόγων την χρησιμοποιεί ως εξειδικευμένο όρο, κατά την τελευταία δεκαετία, και γλωσσολογικά δεχόμαστε την αναγκαιότητα της ενσωμάτωσής της στο δόκιμο περιβάλλον) , ούτε συνηθίζεται να προσδιορίζεται ο υπότιτλος από περισσότερες συγκεκριμενοποιημένες αναφορές. Τελευταίως δε οι μυθιστοριογράφοι έχουν πάψει να χαρακτηρίζουν ειδολογικώς τα έργα τους.


Η συγγραφέας

Η Μαρία Ε. Τζίτζη είναι τελειόφοιτος του Χημικού Τμήματος του Πανεπιστημίου της Αθήνας, με εξειδίκευση στην οινολογία και την χημεία Περιβάλλοντος. Διατηρεί χημικό και οινολογικό εργαστήριο στο κέντρο της Αθήνας, όπου παρέχει υπηρεσίες σαν σύμβουλος οινολόγος και χημικός. Καθηγήτρια οινολογίας και χημείας τροφίμων, συνεργάζεται με την ιδιωτική σχολή Τουριστικών επαγγελμάτων LE MONDE , καθώς είναι υπεύθυνη σε θέματα οίνου του Εκπαιδευτικού Ομίλου. Ως γευσιγνώστρια έχει πάνω από 25 συμμετοχές σε κριτικές επιτροπές διεθνών διαγωνισμών κρασιού. Το εν λόγω έργο αποτελεί το δεύτερο κατά σειρά δημιούργημα της, βραβευμένο με το βραβείο Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών, με το Στοιχεία Οινολογίας-Η τέχνη του Οινοχοόυ να προηγείται. Ενώ, υπό έκδοση βρίσκεται και το Περί Οίνων και Ερώτων .

Story

Στο οπισθόφυλλο του μυθιστορήματος διαβάζουμε τα εξής: «Μια νεαρή κοπέλα, οινολόγος σε γνωστό οινοποιείο του Λίγηρα, βρίσκεται σχεδόν ετοιμοθάνατη σε μια παραλία της Σαντορίνης. Το αυτοκινητιστικό της ατύχημα δεν μοιάζει και τόσο τυχαίο, όταν αποκαλύπτεται η συμμετοχή της σ’ ένα διεθνές κύκλωμα διακίνησης παράνομων διαμαντιών, που βρίσκεται στο στόχαστρο του νόμου από καιρό. Η δίδυμη αδελφή της στρατολογείται από την αστυνομία να πάρει την θέση της, όμως η εξωτερική τους ομοιότητα δεν φτάνει για να την προστατέψει. Αν η σωσίας δεν πείσει στο ρόλο της, η υπόθεση θα τιναχτεί στον αέρα και η ίδια θα κινδυνέψει θανάσιμα.

Οινολογική εκπαίδευση, παραγωγή κρασιών, γευσιγνωσίες αλλά και συμμετοχή σε διαγωνισμούς κρασιών, πρέπει να γίνουν κτήμα της , ώστε να πείσει για την ταυτότητα της και να παραμείνει στο παιχνίδι ζωντανή. Και τα καταφέρνει καλά μέχρι που ένας νέος φόνος, στο σκοτεινό κελάρι έρχεται να τα ανατρέψει όλα…



Μια ιστορία μυστηρίου που διαδραματίζεται σε τρεις χρόνους κοντινούς, με την αγωνία, την πλοκή , το κρασί αλλά και τις ανατροπές να ανταγωνίζονται διεκδικώντας το μερτικό τους.»

Διαβάζοντας την υπόθεση θυμίζει άλλο ένα από τα πιασάρικα σενάρια της τηλεόρασης, τα οποία, τα τελευταία χρόνια, φάγαμε με το κουτάλι. Και έτσι, εκπαιδευτήκαμε να αναγνωρίζουμε όλα τα σημεία, που θα μας αποκαλύψουν το τέλος, πριν τελειώσει. Ισχύει, όμως, κάτι τέτοιο στην εν λόγω συγγραφέα; Πράγμα που δεν θα αποκαλύψω. Εξ αρχής εισερχόμαστε αυτόματα στο σκηνικό, που έχει στηθεί, χωρίς να έχουμε καν υποψιαστεί την αμεσότητα της παράστασης. Η σκηνοθεσία επιβάλλει το μεγαλείο της κινηματογραφικής απόδοσης. Βέβαια, χωρίς να σημαίνει πως έχουμε να κάνουμε με Νέο Μυθιστόρημα (nouvaeu roman), που είναι έντονα επηρεασμένο από τον κινηματογράφο. Κάποιες φορές ένα πολύ καλό βιβλίο γίνεται μια οικτρή τηλεοπτική απόδοση. Μπορεί και το αντίθετο. Το ύφος θυμίζει Πάνο Κοκκινόπουλο, ιδιαίτερα στον Κόκκινο Κύκλο. Και πράγματι η πλοκή, ακολουθεί την τηλεοπτική οδό. Αμεσότητα, παραστατικότητα κατά μια άποψη, επιφάνεια από κάποια άλλη.

Πριν εισαχθούμε στο κείμενο, προειδοποιούμαστε για το φανταστικό των καταγεγραμμένων, ενώ τα μόνα αληθή, κατά την συγγραφέα, είναι τα κρασιά. Έχουμε διάφορα πρόσωπα να πρωταγωνιστούν, η Σοφία, που είναι η αδερφή κοπέλας (Χριστίνας)- θύματος, ο JM, ο Μπόρις, ο Φίλιππος Μελάς- αστυνομικός, και βασικός όλων, ο Άρης, το σκυλί που ανακάλυψε την τραυματισμένη κοπέλα στην παραλία της Σαντορίνης και που κλείνει το έργο με την αποκάλυψη του μυστηρίου της αστυνομικής εν τέλει υπόθεσης .

Από νωρίς γεννάται το ερώτημα, γιατί να βρεθεί η τραυματισμένη κοπέλα και τι σχέση έχει με την προηγούμενη κοπέλα μέσα στο σκοτεινό κελάρι; Ουσιαστικά, δεν μας έχει δώσει πληροφορίες για καμιά κοπέλα από τις δύο, ενόσω διαδραματίζονται τα γεγονότα. Μέχρι ενός σημείου δεν νοηματοδοτείται, ούτε ορίζεται τίποτε. Αλλά, η περίληψη του έργου στο οπισθόφυλλο έχει ήδη κάνει κακό. Είμαστε υποψιασμένοι. Ενώ άριστα ξεκινάει με δύο σκηνές, στις οποίες δεν μας χαρίζεται τίποτα, και ως αναγνώστες, αν δεν γνωρίζαμε, θα θέλαμε να συνεχίσουμε με περισσή βία την ανάγνωσή μας.

Οι αφηγήσεις εναλλάσσονται ισορροπημένα στα εμπλεκόμενα πρόσωπα. Η μηδενική εστίαση αναβαθμίζει τον ρόλο του μυστηρίου. Υπάρχουν εναλλαγές, όχι μόνο στους αφηγητές, αλλά και στις χρονικές βαθμίδες. Έπειτα από καμιά τριανταριά σελίδες, η συγγραφέας εκτός από την εξέλιξη της υπόθεσης αρχίσει να μας ξεδιπλώνει ένα-ένα τα χαρτιά της, κωδικοί κρασιών, μικροφίλμ διαγωνισμών κ.λπ. Το αξιοπερίεργο είναι πως όλα ξεδιπλώνονται όπως ακριβώς τα βλέπουν οι ήρωες. Μέσα από την δική τους αφήγηση, ξετυλίγουμε το κουβάρι του μυστηρίου. Αποκορύφωση του δράματος αποτελούν τα ομώνυμα ανά δύο, αλλά διαφορετικά κεφάλαια που φέρουν τους εξής τίτλους: “Λίγες μέρες πριν το ατύχημα, στο σπίτι της Χριστίνας” και “Την ημέρα του ατυχήματος, στο σπίτι της Χριστίνας” (στο σύνολό τους τέσσερα).

Μερικές κρίσεις για το έργο πριν τον επίλογο:
«Έχω ομολογήσει ότι η αστυνομική λογοτεχνία δεν είναι η αδυναμία μου. Κάτι όμως παλιότερα με τα μυθιστορήματα του Ζαν-Κλωντ Ιζό… κάτι τώρα με το ευρηματικό Σκοτεινό Κελάρι της Μαρίας Τζίτζη από τις εκδόσεις Τσουκάτου, αρχίζω να τις βλέπω τις αστυνομικές αναγνώσεις με άλλο μάτι!.. Η Τζίτζη είναι οινολόγος η ίδια. Φτιάχνει λοιπόν ένα περιβάλλον για την εξέλιξη της ιστορίας της που το γνωρίζει πολύ καλά… Εναλλαγές δηλαδή ακατάπαυστες, εντάσεις, στακάτες περιγραφές των συναισθημάτων των ηρώων με βοηθητική παράθεση παλιών ιστοριών που οι πληγές που άφησαν δεν έχουν κλείσει, συνεχές μυστήριο και σασπένς χωρίς υπερβολές και λεκτικές φανφάρες σε τρεις τουλάχιστον παράλληλες υπο-ιστορίες σχέσεων των πρωταγωνιστών μέσα στην βασική, που είναι βέβαια ο εντοπισμός του τρόπου διακίνησης διαμαντιών μέσα από μεγάλες οινολογικές μονάδες και του ρόλου κάποιων αδίστακτων στο κυνήγι του χρήματος.»

(Πηγή: Λέσχη Ανάγνωσης DEGAS)
«διαθέτει πρωτίστως την ομολογούμενη ζωντάνια της ίδιας της δημιουργού του!!»

(Πηγή: Γ. Βέης)



Επίλογος



Τα μοτίβα, κατά την άποψή μου, πολυχρησιμοποιημένα. Χαρακτηρίζεται από μια περιγραφικότητα σε μια προσπάθεια λυρικής αποτύπωσης των φυσικών τοπίων, που συμμερίζονται την δράση των προσώπων. Αποτυχία, όμως των ρητορικών μέσων προς ταύτισή τους με τους ρυθμούς της νοηματοδότησης των σημαίνοντων .


Το αν είναι πετυχημένο ή όχι το μυθιστόρημα βασίζεται στην προσωπική κρίση του καθενός. Ίσως, να είναι ενδιαφέρον, σε όσους ασχολούνται ή με κάποιον τρόπο έχουν εντρυφήσει στο lifestyle της μαγειρικής τέχνης, της οινοποσίας, εν γένει της γευσιγνωσίας. Παρόλο που μια πρωτεύουσα ανάγκη, έχει καταστεί μόδα. Κατατοπιστική επίσης, ως προς την απόδοση της οινικής ορολογίας, η οποία σημειώνεται σε παραπομπές. Μου κάνει περισσότερο για ένα βιβλίο εμπειριών, που ενσωματώνει την πλοκή ως συστατικό επιτυχίας, παρά μια πλοκή που διανθίζεται με τις οσμές του οίνου. Το παρόν μυθιστόρημα αποτελεί ένα ευχάριστο ανάγνωσμα προς ξεκούραση της σκέψης. Περιμένουμε, πάντως, με αγωνία το υπό έκδοσην Περί Οίνων και Ερώτων.





Μαρία Ε. Τζίτζη, Σκοτεινό κελάρι, οινικό-αστυνομικό μυθιστόρημα, εκδόσεις Τσουκάτου, Αθήνα 2010, σσ.:286

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου